- παραιτούμενοι
- παραιτέομαιbeg ofpres part mp masc nom/voc pl (attic epic doric)παραιτέομαιbeg ofpres part mp masc nom/voc pl (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προφητισμός — Κάθε θρησκευτικό κίνημα το οποίο, σύμφωνα με το παράδειγμα που παρέχει η δράση των βιβλικών προφητών, βασίζεται στο κήρυγμα ενός προφήτη. Ένα τέτοιο κήρυγμα αρχίζει συνήθως ύστερα από ένα ασυνήθιστο γεγονός –συνήθως ένα όραμα– που ασκεί… … Dictionary of Greek